Σήμερα όμως ακόμη και σε οικονομικούς όρους το ακτινίδιο αποτελεί μια από τις σημαντικότερες καλλιέργειες για την ελληνική γεωργία, καθώς εξάγεται κατά 80% στις αγορές του εξωτερικού, σύμφωνα με μελέτη του αμερικανικού Υπουργείου Γεωργίας.
Οι προοπτικές για την καλλιέργεια, που αυξάνει σταθερά τις εκτάσεις της, είναι ευνοϊκές, αφού ανοίγουν συνεχώς νέες πόρτες για την ελληνική παραγωγή, ωστόσο θεωρείται επιτακτική ανάγκη η επέκταση να γίνει οργανωμένα. Οι πρώτες πωλήσεις των πρώιμων ποικιλιών στα 40-45 λεπτά το κιλό και οι ικανοποιητικές συζητήσεις με τους πελάτες του εξωτερικού δείχνουν ένα ευνοϊκό κλίμα που εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε άνοδο των τιμών τη φετινή χρονιά.
Η καλλιέργεια του ακτινιδίου έκανε τα πρώτα της βήματα στην Ελλάδα το 1972 στην περιοχή της Πιερίας. Από τότε η καλλιέργεια έχει επεκταθεί στην Καβάλα, την Ημαθία, την Άρτα και τη Λαμία. Ωστόσο η Πιερία εξακολουθεί να αποτελεί το κέντρο, αφού από εκεί προέρχεται το 45% της παραγωγής. Από το 2005 μέχρι σήμερα, όταν το ελληνικό ακτινίδιο πραγματοποίησε δυναμικό μπάσιμο στις διεθνείς αγορές, παρατηρείται μια ανοδική τάση στις καλλιεργούμενες εκτάσεις, οι οποίες από 45.000 στρμ. έχουν αυξηθεί στις 60.000 στρμ., με την παραγωγή να ξεπερνάει τους 120.000 τόνους. «Η καλλιέργεια έχει περιθώρια να αυξηθεί, ωστόσο αυτό θα πρέπει να γίνει οργανωμένα ακολουθώντας τα πρότυπα της Ιταλίας, την παραγωγή της οποίας διαχειρίζονται μόνο 2-3 συνεταιριστικές εταιρείες», μας πληροφορεί ο πρόεδρος της ΕΑΣ Καβάλας, Κώστας Λεπίδας. Μάλιστα συμπληρώνει πως ο νόμος 4015 ευνοεί τις εταιρικές συμπράξεις μεταξύ των σοβαρών ομάδων παραγωγών που διαθέτουν υποδομές και θα βελτίωνε την ανταγωνιστικότητα του προϊόντος.
Το ελληνικό ακτινίδιο διαθέτει έντονη εξαγωγική δυναμική και με σύμμαχο την κορυφαία ελληνική ποιότητα έχει καταφέρει να αποκτήσει ένα σημαντικό «όνομα» στην αγορά μέσα σε λίγα χρόνια. Σήμερα η Ελλάδα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη παραγωγός χώρα στην Ευρώπη μετά την Ιταλία, ενώ κατέχει την τέταρτη θέση στην παγκόσμια κατάταξη πίσω από την Ιταλία, τη Νέα Ζηλανδία και τη Χιλή. Η συνολική ποσότητα που εξήχθη το 2009 έφτασε τους 53.533 τόνους, το 2010 αυξήθηκε εντυπωσιακά στους 71.669 τόνους, ενώ το 2011 μειώθηκε κατά 6,75%, στους 66.833 τόνους.
Μέχρι στιγμής το ελληνικό ακτινίδιο κινείται κυρίως στις ευρωπαϊκές αγορές και τη Ρωσία, όμως επειδή η αγορά του είναι νέα, οι ευκαιρίες επέκτασης είναι διευρυμένες. Όσον αφορά τις ποικιλίες, κυριαρχούν οι κλώνοι της νεοζηλανδέζικης Hayward, αφού η «Τσεχελίδης» με παραγωγή 8.000 τόνων πανελληνίως φαίνεται πως ήταν κατώτερη των προσδοκιών, αν και οι ίδιοι οι δημιουργοί της λένε πως δέχτηκαν πόλεμο και ο χρόνος θα αναδείξει την πραγματική αξία της ποικιλίας τους.
Kiwi αλλά από Κίνα
Η Κίνα θεωρείται επικρατέστερη πατρίδα του ακτινιδίου. Το γνωστότερο είδος που καλλιεργείται στην Ελλάδα ονομάζεται ακτινίδιο το σινικό. Το φυτό ήταν αυτοφυές στην Κίνα και ταξίδεψε μετά το 19ο αιώνα στη Βρετανία και το 1906 στη Νέα Ζηλανδία.
Η ονομασία κίουι (Kiwi) προέρχεται από το ομώνυμο πτηνό, το οποίο είναι εθνικό σύμβολο της Νέας Ζηλανδίας. Την ονομασία αυτή έδωσε στο ακτινίδιο ο φυτοκόμος Χάουαρντ Ράιτ (1873-1959), ο οποίος πειραματίστηκε κατόρθωσε να δημιουργήσει την ποικιλία που είναι γνωστή σήμερα. Με τη σημερινή μορφή του, το ακτινίδιο καλλιεργείται από το 1950.
Από το agronews.gr